Αφορμή, το πρόβλημα της υδροδότησης των άνυδρων νησιών των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου που δεν αντιμετωπίζεται με όρους βιωσιμότητας και αειφορίας. Αντίθετα, είναι ένα πρόβλημα που διαιωνίζεται, αντιμετωπίζεται με όρους του παρελθόντος και κοστίζει πανάκριβα.
Από το 2002 έως το 2009, που υπάρχουν και αναλυτικά στοιχεία, μεταφέρθηκαν στις Κυκλάδες 3.851.136 κυβικά νερού με κόστος 31.900.170 ευρώ ενώ στα άνυδρα νησιά των Δωδεκανήσων μεταφέρθηκαν 7.027.777 κυβικά νερού με κόστος 35.691.895 ευρώ.
Μέσα, δηλαδή, σε μία επταετία, η μεταφορά νερού σε Κυκλάδες και Δωδεκάνησα κόστισε 67.951.895 ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζεται και στο κόστος αγοράς νερού.
Ουσιαστικά, εδώ και χρόνια, το Κράτος εμμένει σε ένα ξεπερασμένο και πανάκριβο μοντέλο που το κόστος του μετακυλίεται, έμμεσα, στον φορολογούμενο πολίτη είτε άμεσα στον καταναλωτή στα νησιά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο καταναλωτής στα άνυδρα νησιά του Αιγαίου πληρώνει, κατά μέσο όρο, 10.2 ευρώ το κυβικό, πολλαπλάσια τιμή σε σχέση με το κόστος που καταβάλει ο καταναλωτής στην ηπειρωτική χώρα. Σε κάποια νησιά του Αιγαίου το κόστος αγγίζει και τα 15 ευρώ το κυβικό.
Ενδεικτικό της αδυναμίας εξορθολογισμού αλλά και του παραλογισμού είναι ότι η μεταφορά νερού προς τα νησιά των Κυκλάδων γίνεται από το Λαύριο, κάτι που εκτινάσσει το κόστος στα ύψη. Αν γινόταν από τη Νάξο, το κόστος θα έπεφτε κατά πολύ.
Έχει έρθει η στιγμή να αλλάξει αυτό το ξεπερασμένο και πανάκριβο μοντέλο.
Οφείλουμε να προσανατολιστούμε σε επιλογές ολοκληρωμένης διαχείρισης των υδατικών πόρων στα νησιά μας.
Επιβάλλεται να δοθεί μια μόνιμη, βιώσιμη και χαμηλού κόστους λύση στο πρόβλημα της υδροδότησης των άνυδρων νησιών.
Με όλα αυτά τα χρήματα που έχει δαπανήσει το Κράτος για μεταφορά νερού, όλα αυτά τα χρόνια, θα μπορούσαν να είχαν δημιουργηθεί σύγχρονες μονάδες αφαλάτωσης, να έχουν εκτελεστεί έργα μικρής κλίμακας για τον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα, για την αξιοποίηση του βρόχινου νερού αλλά και για να μην καταλήγουν τα όμβρια ύδατα στη θάλασσα.
Αναφέρομαι σε έργα μικρής κλίμακας και όχι σε υπερμεγέθη, πανάκριβα και αμφιβόλου χρησιμότητας έργα στα οποία ήταν σταθερά προσανατολισμένο το Κράτος σε όλες του τις εκφάνσεις, όταν μάλιστα κάποια από αυτά τα έργα δεν ολοκληρώνονται και παραμένουν ημιτελή.
Το πρώτο βήμα ανατροπής και αλλαγής αυτών των πρακτικών, είναι η καταγραφή των αναγκών ανά νησί.
Είναι μία πρώτη επιβεβλημένη κίνηση για να αποσαφηνιστούν οι παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν.
Η αφαλάτωση είναι η κύρια πηγή κάλυψης αυτών των αναγκών. Είναι γεγονός ότι έχει δαιμονοποιηθεί από κάποιους που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα.
Προβάλουν, ως επιχείρημα, ότι οι μονάδες αφαλάτωσης παρουσιάζουν βλάβες, όπως αυτή στο Καστελόριζο.
Στην πραγματικότητα οι μονάδες αφαλάτωσης που λειτουργούν στα νησιά, στην πλειονότητά τους, είναι ξεπερασμένης τεχνολογίας.
Υπάρχουν μονάδες αφαλάτωσης που διαθέτουν αξιοπιστία, στηρίζονται στην πιο σύγχρονη τεχνολογία, εγγυώνται την ποιότητα του νερού με τη μέθοδο της αντίστροφης όσμωσης και μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες της κατανάλωσης νερού.
Ένα παράδειγμα αποτελεί ο Δήμος Μήλου στον οποίο λειτουργεί, εδώ και καιρό, μια σύγχρονη μονάδα αφαλάτωσης έχοντας ρίξει το κόστος στο 1.90 ευρώ το κυβικό όταν κατά μέσο όρο η αγορά και η μεταφορά νερού στα υπόλοιπα νησιά, ανεβάζει το κόστος στα 10.20 ευρώ το κυβικό.
Ακόμα και με το κόστος του ρεύματος για τη λειτουργία της μονάδας αφαλάτωσης, οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Εκτός από το γεγονός ότι σε ορισμένα μικρά νησιά οι ενεργειακές ανάγκες μιας μονάδας αφαλάτωσης μπορούν να καλυφθούν από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου κατασκεύασε μια πρωτοποριακή, πλωτή μονάδα αφαλάτωσης στην Ηρακλειά, που λειτουργεί με αιολική και ηλιακή ενέργεια καλύπτοντας τις ανάγκες του μικρού αυτού νησιού.
Το ίδιο, όμως, το Κράτος θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια για την ανάπτυξη και λειτουργία σύγχρονων και τεχνολογικά προηγμένων μονάδων αφαλάτωσης στα νησιά μας, όταν απαιτεί 8 αδειοδοτήσεις και όταν η γραφειοκρατία απαιτεί έως και τρία χρόνια για την έγκρισή τους.
ʼρα, θα πρέπει να απλοποιηθεί το πλαίσιο.
Η ολοκληρωμένη διαχείριση νερού στα νησιά δεν περιλαμβάνει μόνο τις μονάδες αφαλάτωσης αλλά και έργα μικρής κλίμακας, όπως παρεμβάσεις σε ρυάκια και χειμάρρους προκειμένου να μην καταλήγουν και χάνονται τα όμβρια ύδατα στη θάλασσα. Όπως και οι βελτιωτικές παρεμβάσεις στα δίκτυα για να μην υπάρχει απώλεια νερού.
Αυτό που προκύπτει είναι η ανάγκη να πάμε σε ένα διαφορετικό μοντέλο.
Και είναι καιρός να ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος.
Ακόμα και η εμπλοκή της ΕΥΔΑΠ, που αποδεδειγμένα διαθέτει υψηλή τεχνολογία και τεχνογνωσία σε θέματα αφαλάτωσης και διαχείρισης δικτύων ύδρευσης, πρέπει να γίνει με όρους δημοσίου συμφέροντος. Να εγγυάται την επάρκεια και την ποιότητα νερού αλλά και το μικρότερο κόστος επιβάρυνσης για τον καταναλωτή στα νησιά.
Να επιλύσουμε, με όρους βιωσιμότητας, αειφορίας και μέλλοντος, το πρόβλημα της υδροδότησης των άνυδρων νησιών.
Να ξαναγίνει το νερό φυσικό αγαθό για τους νησιώτες στα άνυδρα νησιά των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου.