τη στιγμή, μάλιστα, που στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου έχουν μεταβατικό και πιλοτικό χαρακτήρα.
 
Η Παιδεία είναι ο κατ’ εξοχήν τομέας στον οποίο πρέπει να επιβεβαιώνεται η συνέχεια όχι μόνο του Κράτους αλλά και των στρατηγικών επιλογών και κατευθύνσεων που πρέπει να έχουν βάθος χρόνου.
 
Η κυβέρνηση, δυστυχώς, επέλεξε να ανατρέψει ό, τι θετικό χτίστηκε τα τρία προηγούμενα χρόνια.
 
Προβαίνετε σε αλλαγές του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στο άρθρο 1 και ομολογείτε ότι οι αλλαγές αυτές έχουν μεταβατικό χαρακτήρα, μέχρι να καταλήξετε σε ένα νέο σύστημα για το Λύκειο και την εισαγωγή των μαθητών στα Πανεπιστήμια.
 
Αναρωτιέται κανείς γιατί προχωράτε σε αυτή την αλλαγή τώρα και θα έρθετε μετά από ένα ίσως χρόνο για να προχωρήσετε σε νέες αλλαγές.
 
Πόσο ορθολογική είναι αυτή η αντιμετώπιση, όχι μόνο κοινοβουλευτικά και πολιτικά, αλλά και απέναντι στους μαθητές;
 
Με το άρθρο 6 προχωράτε σε επανασύσταση των ειδικοτήτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που καταργήθηκαν με το νόμο 4186 του 2013.
 
Επιτρέψτε μου μία και μόνο επισήμανση.
 
Είναι γνωστό ότι έχουν δρομολογηθεί προσλήψεις στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. 
 
Με δεδομένες τις δημοσιονομικές συνθήκες που επικρατούν, ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι οι θέσεις που θα επανασυσταθούν δεν θα αφαιρεθούν από τον αριθμό των προσλήψεων, που θα μπορούσαν να καλύψουν, μάλιστα, και κενά σε δυσπρόσιτες και νησιωτικές περιοχές;
 
Θα ήθελα να κάνω ιδιαίτερη αναφορά στις διατάξεις για τα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία.
 
Ειλικρινά δεν αντιλαμβάνομαι την εμμονή, του κ. Μπαλτά για την απομάκρυνση από την αριστεία. 
 
Αυτή η  ιδεοληπτικού χαρακτήρα αποτυπώνεται στο δεύτερο κεφάλαιο του νομοσχεδίου.
 
Δεν επαναπροσδιορίζετε, όπως λέτε, την έννοια και τον χαρακτήρα των Πειραματικών και Πρότυπων Σχολείων.  
 
Την καταλύετε και την διαστρέφετε.
 
Δίνετε το πλέον λανθασμένο μήνυμα που θα μπορούσε να δοθεί, σε αυτή ειδικά τη συγκυρία.
 
Με το άρθρο 10 προχωράτε στο διαχωρισμό των σχολείων σε Πρότυπα και Πειραματικά.
 
Καθιερώνετε, ως τρόπο εισαγωγής στα Πειραματικά Σχολεία, την κλήρωση με το επιχείρημα της αντιπροσωπευτικότητας.
 
Ουσιαστικά, μας ξαναγυρίζετε στα όσα ίσχυαν στα μέσα της δεκαετίας του ΄80, πέρα από το απαράδεκτο γεγονός της έλλειψης δημοσίου διαλόγου με την εκπαιδευτική κοινότητα των πρότυπων πειραματικών σχολείων.
 
Να σας θυμίσω ότι τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία και οι διατάξεις που αφορούν στη λειτουργία και το κανονιστικό τους πλαίσιο διαμορφώθηκαν μετά από εξαντλητικό διάλογο, ενώ και ο Ν. 3966 ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία, κάτι που είναι απίθανο να συμβεί με το νομοσχέδιο που φέρατε προς ψήφιση.
 
Με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο:
 
– Απαξιώνετε την έννοια της αριστείας και με την κλήρωση, καθιερώνετε την έννοια της ήσσονος έως μηδενικής προσπάθειας.
 
– Ωθείτε χιλιάδες οικογένειες και παιδιά στην παραπαιδεία
 
– Αφαιρείτε από χιλιάδες παιδιά το δικαίωμα να διεκδικήσουν την είσοδό τους στα πειραματικά σχολεία με εξετάσεις.
 
Ακούστηκαν, μάλιστα, και παραδοξότητες, όπως ότι η επιθυμία των παιδιών να φοιτούν σε αυτά τα σχολεία δεν είναι δική τους αλλά τους επιβάλλετε από τους γονείς τους.
 
Υποτιμάτε, νομίζω, πολύ την προσωπικότητα των μαθητών, τους θεωρείτε a priori ως άβουλα όντα.
 
Δεν έχω δογματικές σκέψεις και απόψεις, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
 
Θα μπορούσα να δεχθώ την κλήρωση, σε ένα ορισμένο όμως ποσοστό, για λόγους μεθοδολογικής προσέγγισης και αφού πρώτα σταθμιστεί η αντιπροσωπευτικότητα των μαθητών που θα συμμετέχουν.
 
Εδώ, όμως, φαίνεται ότι επιλέγεται η κλήρωση και το τυχαίο για καθαρά ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους.
 
Φαντάζομαι ότι στις προθέσεις σας,  σε δεύτερο χρόνο, είναι η συνολική αλλαγή του πλαισίου για τη λειτουργία των Πειραματικών Σχολείων που αφορά και στις τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών.
 
Υπενθυμίζω, ότι σύμφωνα με το νόμο 3966, στα Πειραματικά Σχολεία τοποθετούνταν εκπαιδευτικοί με μοριοδότηση αναφορικά με τα προσόντα τους.
 
Υιοθετήθηκε, δηλαδή, ένα δίκαιο και αντικειμενικό σύστημα γιατί πριν οι εκπαιδευτικοί τοποθετούνταν στα Πειραματικά Σχολεία με απόφαση του κεντρικού υπηρεσιακού συμβουλίου στο οποίο συμμετείχαν τρεις διευθυντές εκπαίδευσης και δύο συνδικαλιστές.
 
Μήπως το επόμενο βήμα θα αφορά στην επαναφορά αυτού του μοντέλου;
 
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
 
Είναι δεδομένη η αναστάτωση που έχει δημιουργηθεί στο χώρο της εκπαίδευσης από τις διατάξεις του νομοσχεδίου και ιδιαίτερα στα άρθρα 17-27 που αφορούν στην επιλογή, σε διευθυντικές θέσεις και θέσεις ευθύνης,  στελεχών της εκπαίδευσης.
 
Υπάρχει σαφές ζήτημα, που προκύπτει από τη συνολική δυσανεξία που χαρακτηρίζει την κυβέρνηση απέναντι στην αξιολόγηση.
 
Επισημαίνω κραυγαλέες αντιφάσεις:
 
– Αν σε μια σχολική μονάδα ένας και μοναδικός εκπαιδευτικός πληροί την προϋπόθεση της οκταετούς διδακτικής προϋπηρεσίας, τότε αυτό σημαίνει ότι θα είναι ο μοναδικός υποψήφιος για τη θέση του διευθυντή; Και αν αυτός δεν συγκεντρώσει το 20% των ψήφων του συλλόγου διδασκόντων που απαιτείται για την επιλογή διευθυντή, ποιος θα αναλάβει τη διεύθυνση του σχολείου;
 
– Αν σε μια σχολική μονάδα, κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει το απαιτούμενο 20% για την επιλογή του ως διευθυντής, ποιος θα αναλάβει τη διεύθυνση του σχολείου; Κατ΄ αναλογία, ο ίδιος προβληματισμός ισχύει και για τη θέση του διευθυντή εκπαίδευσης.
 
– Είναι δυνατόν, όσοι ακριβώς έχουν μεγάλη διοικητική ή καθοδηγητική εμπειρία να βαθμολογούνται με μέγιστο τις 3 μονάδες (διευθυντές σχολείων) και 4 μονάδες (διευθυντές εκπαίδευσης), ενώ τα έτη διδακτικής υπηρεσίας να βαθμολογούνται έως και 11 μονάδες;
 
– Ένας διευθυντής εκπαίδευσης μπορεί να είναι, σύμφωνα με την τροπολογία, υποψήφιος και σε μια δεύτερη διεύθυνση εκπαίδευσης, στην οποία ποτέ δεν έχει υπηρετήσει στο παρελθόν. Οι διευθυντές σχολείων με ποια άμεση γνώση των ικανοτήτων του υποψηφίου θα κληθούν να τον ψηφίσουν;
 
– Είναι δυνατόν, το σύνολο των διδακτορικών και μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών να αξιολογούνται με 4 το πολύ μονάδες, ενώ το δεύτερο πτυχίο να παίρνει αυτοτελώς 2 μονάδες και η διδακτική υπηρεσία, πέραν των 8 ετών για τους υποψήφιους διευθυντές σχολείων ή πέρα των 10 ετών για τους υποψήφιους διευθυντές εκπαίδευσης, να αποτιμάται έως 11 συνολικά μονάδες! 
 
Με βάση την προτεινόμενη τροπολογία, ένας υποψήφιος διευθυντής που έχει διδακτορικό δίπλωμα και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών παίρνει 4 μονάδες, ενώ ένας άλλος υποψήφιος με μεταπτυχιακό τίτλο και δεύτερο πτυχίο παίρνει 5 μονάδες!
 
Κύριε Υπουργέ, 
Κύριε Κουράκη,
 
Ορθώς προχωρήσατε στην τροποποίηση για τους μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών αλλά δεν αρκεί αυτό.
 
Σας υπενθυμίζω ότι στη βαθμολόγηση δεν συμπεριλαμβάνεται η ετήσια επιμόρφωση στην ΑΣΠΑΙΤΕ, ενώ η επιμόρφωση στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, βαθμολογείται με μισή μόλις μονάδα.
 
Θεωρώ, επίσης, ότι η επιλογή ενός διευθυντικού στελέχους από τους υφισταμένους του, αντίκειται, όχι μόνο τη λογική, αλλά και στον Κώδικα Λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης. 
 
 
Δεν πρέπει να υπάρχει ανάλογο προηγούμενο.
 
Φαντάζομαι ότι αντιλαμβάνεστε πόσο σημαντικό είναι το ποσοστό του 33% της μοριοδότησης που δίνεται από την επιλογή των Διευθυντών από το Σύλλογο Διδασκόντων, επιλογή, που δημιουργεί συγκρουσιακά και διχαστικά φαινόμενα στο Σύλλογο των Διδασκόντων.
 
Καθιστά αναπόφευκτη τη δημιουργία φατριών μέσα στο σύλλογο, με υποστηρικτές των  δύο, τριών ή περισσότερων υποψηφίων.  
 
 Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς την κατάσταση που θα επικρατήσει σε σχολεία, με διευθυντές που δεν διαθέτουν το ήθος ή τη διάθεση να συμπεριφερθούν δίκαια και αμερόληπτα προς τους υφισταμένους τους, χωρίς να τους διαχωρίζουν σε ημέτερους και μη.
 
Ακόμα, όμως, και στις περιπτώσεις που οι διευθυντές  επιδεικνύουν την πρέπουσα συμπεριφορά, είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν οι εκπαιδευτικοί που θα προσπαθήσουν να εξαργυρώσουν την ψήφο και την υποστήριξή τους, με όποιον τρόπο κρίνουν ότι τους συμφέρει.
 
 
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι θα επιβληθεί στους διευθυντές μια λογική ευνοιοκρατίας, συναλλαγής με τους υφισταμένους τους και καλλιέργειας ειδικών σχέσεων με κάποιους από αυτούς.
 
Γιατί;
Γιατί πολύ απλά γνωρίζουν ότι από αυτούς κρίθηκαν ή κρίνονται.
 
Θεωρώ λανθασμένο, επίσης, τον περιορισμό των υποψηφιοτήτων σε δύο σχολεία, ενώ θεωρώ ότι η μοριοδότηση της συνδικαλιστικής δράσης έχει καθαρά φωτογραφικό χαρακτήρα.
 
Υπάρχει μια υπεραπλούστευση στις διατάξεις που προωθείτε. 
 
Σύμφωνα με το σκεπτικό σας ο πλέον κατάλληλος για να καταλάβει τη θέση διευθυντικού στελέχους είναι ο υποψήφιος διευθυντής που έχει πολλά έτη διδακτικής υπηρεσίας και που θα «καταφέρει» να εξασφαλίσει τις ψήφους των εκπαιδευτικών του σχολείου ή της Διεύθυνσης.
 
Έτσι, για θέση διευθυντή σχολείου, ένας εκπαιδευτικός με 19 χρόνια διδακτικής υπηρεσίας αν καταφέρει να λάβει και το σύνολο των ψήφων των εκπαιδευτικών του σχολείου, μόνο με αυτά τα δυο κριτήρια μπορεί να συγκεντρώσει συνολικά τις 23 από τις 35 ή 37 μονάδες που είναι το μέγιστο.  
 
Αντίθετα, ένας νεώτερος εκπαιδευτικός με 15 χρόνια υπηρεσίας, εκ των οποίων τα 11 σε σχολική τάξη, 3 χρόνια ως διευθυντής σχολείου και 1 έτος ως προϊστάμενος Εργαστηριακού Κέντρου Φυσικών Επιστημών, ο οποίος έχει επιστημονική και παιδαγωγική συγκρότηση με ένα διδακτορικό και δυο μεταπτυχιακά, με διαρκή συμμετοχή σε συνέδρια ή ημερίδες με εισηγήσεις, με συμμετοχή σε καινοτόμες εκπαιδευτικές δράσεις, με πιστοποιημένη επιμόρφωση στις ΤΠΕ και με τίτλο ξένης γλώσσας ανώτερο του Β2 και ο οποίος συγκέντρωσε το 60% των ψήφων των διδασκόντων θα συγκεντρώσει  συνολικά 17,45 μονάδες. Ποιον τύπο διευθυντή οραματιζόσαστε, τον πρώτο ή το δεύτερο; Αυτόν με τις 23 μονάδες ή αυτόν με τις 17,45;
 
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
 
Είπα και στην αρχή της ομιλίας μου ότι δεν μπορώ να δεχθώ ούτε το χαρακτήρα του κατεπείγοντος ούτε τη σπουδή της κυβέρνησης να φέρει ένα νομοσχέδιο, μεταβατικού χαρακτήρα.
 
Δεν μπορώ, επίσης, να δεχθώ να απαξιώνονται μεταρρυθμιστικές σταθερές και ό,τι θετικό χτίστηκε στην εκπαίδευση τα προηγούμενα χρόνια. 
 
 
Ευχαριστώ.