και επανεξέταση των προϋποθέσεων υπαγωγής στο άρθρο 99 επισημαίνοντας ότι ο συγκεκριμένος νόμος, που δημιουργήθηκε για την προστασία των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων και των δικαιωμάτων των εργαζομένων τους, χρησιμοποιήθηκε ως μέσο ασυλίας και προστασίας των φυσικών προσώπων στους οποίους ανήκουν οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις.
 
Αναφερόμενος στην ερώτηση που κατέθεσαν οι Βουλευτές προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης, ο κ. Κόνσολας δήλωσε :
 
 
” Πρέπει να υπάρξει επαναξιολόγηση και να ερευνήσουμε τι έχει συμβεί όλο αυτό τον καιρό που δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να υπαχθούν στο άρθρο 99 του Ν. 4013/2011 για τον Πτωχευτικό Κώδικα. Ιδιαίτερα σε αυτή τη συγκυρία, που οι αιτήσεις για την υπαγωγή επιχειρήσεων στο άρθρο 99 πολλαπλασιάζονται.
 
Το άρθρο 99 δημιουργήθηκε για να προστατεύσει τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα, δίνοντάς τους μία δεύτερη ευκαιρία εξυγίανσης αλλά τη δυνατότητα μικρότερων απωλειών σε ό,τι αφορά στους πιστωτές και τους εργαζόμενους.
 
Δυστυχώς, βλέπουμε κάποιες φορές να πτωχεύουν επιχειρήσεις και να επιδιώκουν να υπαχθούν στο άρθρο 99, αλλά οι ιδιοκτήτες τους να ευημερούν.
 
Αυτό πρέπει να σταματήσει. Απαραίτητο είναι να γίνουν οι θεσμικές παρεμβάσεις για να τηρείται το πνεύμα του νομοθέτη και να μην προκαλείται το κοινό αίσθημα.”
 
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης των Βουλευτών της Ν.Δ, έχει ως εξής:
 
 
Ε Ρ Ω Τ Η Σ Η
 
Προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα
και τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Αντώνη Ρουπακιώτη
 
 
ΘΕΜΑ: Αποτελέσματα από την  εφαρμογή του Ν. 4013/11 
               (ʼρθρο 99 Πτωχευτικού Κώδικα)
 
 
Κύριοι Υπουργοί,
 
 
Με το Νόμο 4013/11 τροποποιήθηκε το πτωχευτικό δίκαιο και, συγκεκριμένα,  η διαδικασία υπαγωγής  των  προβληματικών επιχειρήσεων στις διατάξεις του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα. 
 
Η νέα νομοθεσία εισήγαγε μια «προ-πτωχευτική» διαδικασία με στόχο να προληφθεί αυτή καθεαυτή η πτώχευση των νομικών προσώπων, μέσω μιας προηγούμενης προσπάθειας οικονομικής εξυγίανσής τους, ώστε να δοθεί στις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που βρίσκονται σε οικονομική επισφάλεια, μια δυνατότητα περιορισμού των απωλειών και παράλληλα μια δεύτερη ευκαιρία να διεκδικήσουν τη βιωσιμότητά τους.
 
Σκοπός του νόμου ήταν η άμεση επέμβαση στις προβληματικές επιχειρήσεις, κατόπιν αιτήσεώς τους και δικαστικής αποφάσεως, προκειμένου να ρυθμίσει κατά τρόπο καίριο και ουσιαστικό τις σχέσεις οφειλετών – πιστωτών, να δρομολογήσει διαδικασία αναδιάρθρωσης των υπερχρεωμένων και ως εκ τούτου προβληματικών επιχειρήσεων και να τις εξυγιάνει, με όσο το δυνατόν μικρότερο τίμημα αναφορικά με τις απώλειες θέσεων εργασίας  ή τις οφειλές της επιχείρησης προς τρίτους (ΝΠΙΔ ή τραπεζικά ιδρύματα) ή δημόσια ταμεία, ασφαλιστικούς φορείς, εφορία.
 
Δυστυχώς, σχεδόν δύο χρόνια μετά την ψήφιση  και την εφαρμογή του νόμου, που εισήγαγε αυτό το μέτρο πρόληψης και άμεσης επέμβασης στην επιχειρηματική δραστηριότητα με αντικείμενο τη διάσωση των προβληματικών εταιρειών, αντί να περιορισθεί το φαινόμενο των χρεωκοπημένων και πτωχευμένων εταιριών, όλο και μεγαλώνει η λίστα εκείνων των επιχειρήσεων, που στριμώχνονται για να καταθέσουν αιτήσεις για υπαγωγή τους στη διαδικασία του άρθρου 99.
 
Μέχρι σήμερα, εμπορικές εταιρίες που εμφανίζονταν στην αγορά ως σημαντικές και εύρωστες, κάποιες από αυτές δε, «χαρακτήριζαν» και την εμπορική δραστηριότητα της χώρας την προηγούμενη δεκαετία προσέφυγαν ήδη, από τo πρώτο κιόλας διάστημα εφαρμογής, στις διατάξεις του νόμου. Ο Τύπος κάνει συχνές αναφορές σε λίστες αυτών των εταιριών.
 
Οι διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου, θα έλεγε κανείς ότι από σανίδα σωτηρίας για τα υπερχρεωμένα νομικά πρόσωπα κατέληξαν να χρησιμοποιούνται ως καταφύγιο για τα φυσικά πρόσωπα που τα εκπροσωπούσαν. Γιατί οι Εταιρίες ακόμα και κατόπιν της προσπάθειας εξυγίανσης, πτώχευσαν τελικά, αλλά οι εταίροι όχι. Και μάλιστα, κάποιοι από αυτούς δραστηριοποιηθήκαν εκ νέου, με νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ξαναβρέθηκαν στο χώρο των επιχειρήσεων.
 
Ο νόμος 4013/11 φαίνεται ότι στην πράξη, αντί να προλαβαίνει την πτώχευση των επιχειρήσεων, λειτουργεί μάλλον ως «άλλοθι» για τους επιχειρηματίες.
 
 
Ερωτώνται οι Υπουργοί
 
Τι αποτελέσματα, ανάλογα με το στόχο του Υπουργείου και το σκοπό του νόμου, είχε έως σήμερα η σχεδόν διετής εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα και πόσο λειτούργησαν αυτές οι διατάξεις προς το συμφέρον της αγοράς και την εξυγίανση των επιχειρήσεων;
 
Πόσες και ποιες είναι οι εταιρίες που αιτήθηκαν και υπήχθησαν στις διατάξεις του άρθρου 99, από την εφαρμογή του νόμου μέχρι σήμερα;
 
Πόσες εταιρίες από αυτές που ζήτησαν υπαγωγή, τελικά κατάφεραν το σκοπό του νόμου, ήτοι να επιτύχουν μέσω του άρθρου 99 την οικονομική τους εξυγίανση και να είναι σήμερα οικονομικά δραστήριες;
 
Πόσες και ποιες είναι εκείνες που πολύ σύντομα, μετά την υπαγωγή τους,  ανακοίνωσαν την πτώχευσή τους και την οικονομική τους απαξίωση;
 
Ποια τα πρόσωπα που αποτελούσαν τα Δ.Σ. των επιχειρήσεων αυτών και τις εκπροσωπούσαν νόμιμα;
 
Ποιες ήταν οι ετήσιες αποδοχές των εμμίσθων μελών ΔΣ, διευθυνόντων συμβούλων και διευθυντικών στελεχών των εταιριών αυτών για τα δύο έτη που προηγήθηκαν της υπαγωγής της εταιρίας, που διοικούσαν στο άρθρο 99;
 
Ποια είναι σήμερα η κατάληξη των νομίμων εκπροσώπων, των διευθυνόντων συμβούλων, των διοικητικών συμβουλίων και των διαχειριστών των εταιριών αυτών; Πόσο έμειναν οι νόμιμοι εκπρόσωποι και τα μέλη των ΔΣ των εταιριών που πέτυχαν την υπαγωγή τους στο άρθρο 99 εκτός του επιχειρηματικού χώρου; 
 
Ποια είναι σήμερα η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα των νομίμων εκπροσώπων, διευθυνόντων συμβούλων και των μελών ΔΣ των εταιριών, που έκαναν χρήση των ευνοϊκών ρυθμίσεων και της νέας διαδικασίας του άρθρου 99 και κατόπιν απαξιώθηκαν οικονομικά και οδηγήθηκαν στην πτώχευση; Και τι φορολογικά στοιχεία εμφανίζουν οι ανωτέρω ως φυσικά πρόσωπα;
 
Εάν έχει υπάρξει αξιολόγηση στην αποτελεσματικότητα εφαρμογής του συγκεκριμένου νόμου καθώς και εάν από την εφαρμογή του τηρείται το πνεύμα του νομοθέτη.
 
Για το σύνολο των ως άνω ερωτήσεων καλείσθε όπως καταθέσετε τα αντίστοιχα δημόσια έγγραφα και φορολογικά στοιχεία.