Ο κ. Σούρλας, που μας τιμά με την παρουσία του, δεν είναι ο Γενικός Γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
 
Τα αξιώματα, οι θέσεις και οι καρέκλες δεν αναβαθμίζουν την εικόνα ενός ανθρώπου.
 
Το αντίθετο συμβαίνει και ο κ. Σούρλας το έχει μετουσιώσει σε πράξη.
 
ʼνθρωπος που σε όλη του τη ζωή, πολιτεύθηκε περπατώντας με ψηλά το κεφάλι.
 
ʼνθρωπος με αρχές, που αρνήθηκε να μπει σε λογικές συναλλαγής.
 
Στάθηκε κριτικά απέναντι στις παθογένειες του πολιτικού συστήματος, την εποχή που και ο ίδιος μετείχε σε αυτό που ονομάζουμε κεντρική πολιτική σκηνή.
 
Στάθηκε επικριτικά απέναντι σε φαινόμενα και πρακτικές που απαξίωναν την εικόνα και την έννοια της πολιτικής, σε αυτό που ονομάζουμε διαπλοκή.
 
Το απόσταγμα της πορείας του στο δημόσιο βίο, αποτυπώνεται σε αυτό το βιβλίο.
 
Η βιωματική εμπειρία, οι αξίες που ποτέ δεν υπέστειλε συναντήθηκαν με την τόλμη, που πάντα τον χαρακτήριζε, για να μας δώσουν ένα βιβλίο που αποτελεί συμβολή στο δημόσιο βίο.
 
Κυρίως συμβάλλει στο άνοιγμα μιας συζήτησης , που πρέπει να γίνει.
 
Την έχουμε ανάγκη ως χώρα και ως κοινωνία.
 
Είμαι από αυτούς που βιώνουν αυτή την έσχατη φάση απαξίωσης του πολιτικού συστήματος.
 
Νέος Βουλευτής, πριν από 24 περίπου μήνες, κλήθηκα να αναλάβω ευθύνες πολύ μεγαλύτερες από αυτές που μου αναλογούσαν.
 
Να αντιμετωπίσω την απαξίωση, την καχυποψία και κάτι που είναι πολύ χειρότερο από αυτά τα δύο: μία ισοπεδωτική λογική που συνοψίζεται στο ”όλοι ίδιοι είναι”.
 
Βρίσκεται κανείς στη δύσκολη θέση αλλά και στην ανάγκη να αποδεικνύει ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι.
 
Μου έχει δοθεί πολλές φορές η ευκαιρία να πω ότι η κρίση που βιώσαμε δεν ήταν αμιγώς οικονομική.
 
Ήταν πολυεπίπεδη.
 
Κρίση αξιών, κρίση κοινωνική.
 
Η πολυεπίπεδη αυτή κρίση ανέδειξε τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος, το οδήγησε σε απαξίωση.
 
Συντελέστηκε και συντελείτε μία εσωτερική διεργασία στην ελληνική κοινωνία, διαδικασία απόρριψης του παλιού και του φθαρμένου χωρίς κατ΄ανάγκη να έχει βρεθεί αυτό που θα πάρει τη θέση του.
 
Με πολύ απλά λόγια, όπως επισημαίνει και ο κ.Σούρλας, στον πρόλογο του βιβλίου του, το Πολιτικό Σύστημα κατέρρευσε.
 
Στις εκλογές του 2012, η κοινωνία το ανασύνθεσε για ορισμένους, σαρώνοντας τον έναν από τους δύο κύριους πυλώνες του κομματικού συστήματος μετά την μεταπολίτευση.
 
Η δική μου προσέγγιση δεν περιορίζεται σε αυτή την εκτίμηση.
 
Θεωρώ ότι η απόρριψη αφορά το σύνολο του πολιτικού συστήματος. 
 
Όπως και η δυσπιστία, η απαξίωση και η ισοπεδωτική αντίληψη.
 
Η κοινωνία ανοίγει η ίδια τη συζήτηση για ένα Νέο Πολιτικό Σύστημα.
 
Και η πολιτική με η, καλείται να προσέλθει σε αυτή τη συζήτηση.
 
Και εμείς οι πολιτικοί με οι, πρέπει να κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Όχι σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον αλλά μαζί με τους πολίτες.
 
Η συγγραφή ενός βιβλίου, που συνοδεύεται από κατάθεση προτάσεων, είναι προσομοίωση μιας τέτοιας συζήτησης.
 
Ο κ.Σούρλας αποτυπώνει στο βιβλίο και στις προτάσεις του ένα χαρακτηριστικό που έχει ταυτιστεί μαζί του.
 
Την τόλμη.
 
Πολλές από αυτές τις προτάσεις που καταθέτει για ένα Νέο Πολιτικό Σύστημα αποτελούν προτάσεις της επιτροπής που συνέστησε η Νέα Δημοκρατία για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Είχα την ευκαιρία και την τιμή να καταθέσω και εγώ προτάσεις στο δημόσιο διάλογο για την αναθεώρηση του Συντάγματος, που αποτελεί μία από τις αναγκαίες συνθήκες για ένα Νέο Πολιτικό Σύστημα.
 
Η προηγούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, δεν ήταν μόνο άτολμη και επιφανειακή.
 
Εξαντλήθηκε σε συμβιβασμούς, σε μία παραλυτική ισορροπία.
 
Η κοινωνία αλλά και οι πολίτες, σε αυτή τη συγκυρία, βρίσκονται πολύ πιο μπροστά από το πολιτικό σύστημα.
 
Απαιτεί βαθιές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.
 
Θα έλεγα ότι η πορεία της χώρας στο μέλλον βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με αυτές τις αλλαγές.
 
Ο κ.Σούρλας προτείνει την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό και καταθέτει και συγκεκριμένα επιχειρήματα σε τρεις σελίδες , από την 25η έως την 28η.
 
Είναι δεδομένο ότι μία τέτοια προοπτική συνδέεται με την ενίσχυση των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας, σε ότι αφορά τον ρυθμιστικό του ρόλο απέναντι στη λειτουργία της Δημοκρατίας.
 
Η αναθεώρηση του Συντάγματος, σε ότι αφορά τις εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας που έγινε από τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1985, ήταν περισσότερο μία κίνηση τακτικισμού, σήμερα 30 σχεδόν χρόνια μετά, οι περισσότεροι θέτουν αυτό το ζήτημα.
 
Δημιουργήθηκε ένα Πρωθυπουργικοκεντρικό Σύστημα και αυτό ήταν λάθος.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο κ.Σούρλας πρέπει να υπάρχει εξισορρόπηση των εξουσιών
 
Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό , του προσδίδει ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση.
 
Αναγκάζει κυβέρνηση και αντιπολίτευση να εγκαταλείψουν πρακτικές του παρελθόντος.
 
Να συμπεριφέρονται με μεγαλύτερη υπευθυνότητα.
 
Σήμερα η χώρα μπορεί να οδηγηθεί σε πολιτική αποσταθεροποίηση η αναταραχή , επειδή κάποιος πολιτικός φορέας και εν προκειμένω η αξιωματική αντιπολίτευση θα θελήσει να χρησιμοποιήσει τη διάταξη του Συντάγματος που προβλέπει πλειοψηφία 180 βουλευτών για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, να μπλοκάρει την εκλογή του και να προκαλέσει εκλογές.
 
Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή ότι το ύπατο αξίωμα της Πολιτείας και του δημοκρατικού μας πολιτεύματος μετατρέπεται σε πολιτικό παίχνιο.
 
Χρησιμοποιείται ως πεδίο αντιπαράθεσης και μοχλός πίεσης για την εξυπηρέτηση του κομματικού συμφέροντος.
 
Ο Κώστας Καραμανλής το 2000 θα μπορούσε να προκαλέσει πρόωρες εκλογές, οι οποίες και τελικά έγιναν αργότερα.
 
Επέλεξε όμως να ψηφίσει την ανανέωση της θητείας ενός επιτυχημένου Προέδρου του κ.Κωστή Στεφανόπουλου. Διαχώρισε το θεσμό από το κομματικό συμφέρον. Αποσύνδεσε την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον πολιτικό τακτικισμό.
 
Τον προσεχή Μάρτιο θα αποδειχθεί αν ο σημερινός αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα επιλέξει τον ίδιο ή διαφορετικό δρόμο.
 
Για να μην κάνουμε όμως εικασίες,μία από τις αλλαγές στο Σύνταγμα σαφέστατα πρέπει να είναι η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό με την παράλληλη ενίσχυση του ρυθμιστικού του ρόλου στη λειτουργία του πολιτεύματος.
 
Με αυτό τον τρόπο θα αποσυνδεθεί και η εκλογή του και ο θεσμός από τα κομματικά παίγνια.
 
Η δημοκρατία, κυρίες και κύριοι, δεν φοβάται την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία.
 
Αντίθετα αποτελεί δομικό στοιχείο της.
 
Οι εκλογές κάθε 4 χρόνια, με υποχρεωτική εξάντληση της τετραετίας, που προτείνει ο κ.Σούρλας στο βιβλίο του δεν αναιρούν την ανάγκη πρόωρης προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, αν το επιβάλουν οι συνθήκες.
 
Το αντίθετο,αν η κυβέρνηση χάσει τη δεδηλωμένη η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία είναι ο μόνος δρόμος.
 
Ο συγγραφέας αναφέρεται σε περιπτώσεις που η διενέργεια πρόωρων εκλογών καθορίζεται και επιβάλλεται από το κομματικό συμφέρον.
 
Κατά το παρελθόν, αυτό έχει συμβεί κατά κόρον.
 
Ο Πρωθυπουργός επικαλείται διάφορους λόγους για να ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την Διάλυση της βουλής και την διενέργεια πρόωρων  εκλογών και ο τελευταίος, δεν έχει τη δυνατότητα να αρνηθεί. Μία άρνηση του θα δημιουργήσει πολιτειακή κρίση μέσα στο υφιστάμενο συνταγματικό πλαίσιο.
 
Θα έλεγα επίσης, όπως αναφέρει και ο κ.Σούρλας στην σελίδα 31 του βιβλίου του, ότι η πρόωρη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία για λόγους κομματικού συμφέροντος και με κομματικούς μικροϋπολογισμούς, φθείρει τον κοινοβουλευτισμό.
 
Η υποχρεωτική διεξαγωγή των εκλογών, με συνταγματική ρύθμιση, ανά τετραετία θα υποχρέωνε τις πολιτικές δυνάμεις να υιοθετήσουν υπεύθυνες στάσεις, να αναζητούν πεδίο συνεργασίας και όχι να εφευρίσκουν πεδία άγονης αντιπαράθεσης.
 
Η συνταγματική αυτή ρύθμιση δεν μπορεί να αναιρεί την ίδια τη δημοκρατία. Για αυτό και οι πρόωρες εκλογές δεν τίθενται υπό απαγόρευση, όπως ίσως εκτιμούν κάποιοι.
 
Απλά, θα γίνει σαφές αλλά και συνείδηση στο νέο πολιτικό σύστημα αλλά και στην κοινωνία ότι πρόωρες εκλογές και πριν την εξάντληση της τετραετίας μπορούν να γίνουν σε δύο μόνο περιπτώσεις:
 
-Στην απώλεια της δεδηλωμένης από την πλευρά της κυβέρνησης, κάτι που είναι αυτονόητο. 
 
-Και με τη συμφωνία μιας ευρείας πλειοψηφίας, των 2/3 της Βουλής.
 
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η συζήτηση για ένα πάγιο εκλογικό σύστημα, με τη συμφωνία μιας ευρείας πλειοψηφίας.
 
7 εκλογικά συστήματα έχουν ισχύσει κατά καιρούς, από την μεταπολίτευση.
 
Οι αλλαγές του εκλογικού νόμου γίνονταν όχι με όρους βελτίωσης της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος και ενίσχυσης της δημοκρατίας αλλά με όρους κομματικού συμφέροντος.
 
Είναι ένας από τους λόγους που στη χώρα μας δεν υπάρχει κουλτούρα πολιτικών και κυβερνητικών συνεργασιών.
 
Ο κ.Σούρλας καταθέτει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα, οι Βουλευτές να εκλέγονται σε επίπεδο περιφέρειας και όχι νομού. 
 
Θεωρώ όμως ότι το ρεαλιστικό στην παρούσα φάση θα ήταν να γίνει κατάτμηση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών, για παράδειγμα η Β’ Αθηνών είναι μια περιφέρεια με 1.5 εκατομμύριο ψηφοφόρους, ένα τεράστιο μέγεθος.
 
Απαιτεί μεγάλα ποσά από έναν υποψήφιο για να συμμετάσχει στην εκλογική διαδικασία, τον καθιστά ευεπίφορο σε πιέσεις και εξαρτήσεις.
 
Δεν θεωρώ επίσης ότι ο σταυρός προτίμησης αποτελεί μια παθογένεια του πολιτικού συστήματος, πως θα μπορούσε άλλωστε να αποτελεί παθογένεια κάτι που δίνει το δικαίωμα στον πολίτη να επιλέξει αυτόν που θα τον εκπροσωπεί.
ʼλλες ήταν οι στεβλώσεις που οδήγησαν στη δημιουργία του πελατειακού συστήματος.
 
Τις προηγούμενες δεκαετίες, η είσοδος στο δημόσιο γινόταν με αδιαφανείς διαδικασίες, μη αξιοκρατικές. Η θέσπιση του ΑΣΕΠ ήταν μία μεταρρυθμιστική κίνηση στην κατεύθυνση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας. 
 
Εμπεδώθηκε από τους πολίτες.
 
Επιβεβαίωσε ότι η διαφάνεια και η αξιοκρατία αποτελούν το πιο ισχυρό αντίδοτο απέναντι στο πελατειακό σύστημα.
 
Είναι σίγουρα συζητήσιμα και τα επιχειρήματα όσων τάσσονται υπέρ της κατάργησης του σταυρού προτίμησης. Θεωρώ όμως ότι έχουν ως αναγκαία προϋπόθεση μία διαφορετική διάρθρωση των κομμάτων σε ότι αφορά δύο σημεία:
 
-Την εσωτερική τους οργάνωση αλλά και τους θεσμούς εσωκομματικής δημοκρατίας με όρους αντιπροσωπευτικότητας, συμμετοχής και ισχυρής δημοκρατικής νομιμοποίησης.
 
-Την σχέση τους με την κοινωνία των πολιτών, που δεν μπορεί να είναι απρόσωπη, κόμματα και κοινωνία δεν πρέπει να αποτελούν δύο παράλληλους κόσμους, όπως είναι σήμερα.
Προτιμητέο σε αυτή τη συγκυρία είναι να εκλέγει ο πολίτης ποιος θα τον εκπροσωπήσει, παρά να του επιβάλλεται.
 
Θα συμφωνήσω με τον κ.Σούρλα σε δύο ακόμα σημεία-προτάσεις που αναδεικνύονται στο βιβλίο του.
 
Το ένα αφορά τον χρονικό περιορισμό της θητείας των Βουλευτών , που θα μπορούσε να περιοριστεί στις τρεις θητείες.
 
Συμβάλει στην ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, στην εξάλειψη φαινομένων που η πολιτική μετατρέπεται σε επάγγελμα.
 
Δεν είναι τυχαίο και ένα ακόμα γεγονός , ότι η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη για τη διαφθορά , το 1998 στη Μαδρίτη, στα μέτρα που πρότεινε για την καταπολέμηση της πολιτικής διαφθοράς ήταν ο περιορισμός των χρονικών ορίων στις θητείες, όσων κατέχουν δημόσια αξιώματα.
 
Το άλλο είναι ο πλήρης και ευδιάκριτος διαχωρισμός νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας.
 
Σήμερα έχουμε μία στρέβλωση, που αφορά και το ίδιο το Σύνταγμα.
 
Η νομοθετική εξουσία που έχουν οι βουλευτές περιορίζεται στην ψήφιση των νόμων.
 
Νόμων όμως που άλλοι προετοιμάζουν ,συνήθως οι υπουργοί και οι βουλευτές καλούνται απλά να τους επικυρώσουν.
 
Η δυνατότητα παρέμβασης είναι εξαιρετικά περιορισμένη, όπως και τα περιθώρια, και αυτό που λέω σχετίζεται και με την προσωπική μου εμπειρία.
Η άσκηση πλήρους και απόλυτης νομοθετικής εξουσίας από τους Βουλευτές, δεν αναβαθμίζει μόνο το ρόλο τους.
 
Αναβαθμίζει το ρόλο και τη λειτουργία του Κοινοβουλίου.
 
Ο κ.Σούρλας στη σελίδα 48 του βιβλίου του αναφέρει χαρακτηριστικά :
 
” Συνήθως οι κυβερνήσεις δεν προτείνουν αλλά επιβάλουν στους βουλευτές της πλειοψηφίας την ψήφιση νομοσχεδίων, μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις σπάνιες αλλά υπαρκτές, ακόμα και χωρίς αυτά να τους έχουν δοθεί για να τα μελετήσουν.”.
 
Αυτό αγαπητέ μου κ.Υπουργέ, αγαπητέ κ.Σούρλα δεν γίνεται μόνο σε περιπτώσεις εκτάκτων και επειγουσών συνθηκών αλλά και σε άλλες περιόδους, ακόμα και την περίοδο που εσείς ήσασταν βουλευτής.
 
Και αυτό πρέπει επιτέλους να αλλάξει.
 
Είναι ζήτημα λειτουργίας της ίδιας της δημοκρατίας.
 
Να εκφράσω λοιπόν τη συμφωνία μου με την πρόταση για το ασυμβίβαστο Υπουργού-Βουλευτή που συνιστά διαχωρισμό και διακριτούς ρόλους ανάμεσα στην νομοθετική και εκτελεστική εξουσία.
 
Κάτι τέτοιο ισχύει στη Γαλλία ενώ άξια μελέτης και ενδεχόμενης προσαρμογής του σε μία συνταγματική αναθεώρηση είναι το κανονιστικό πλαίσιο που ισχύει στο Βέλγιο.
 
Σύμφωνα με αυτό, ο βουλευτής που υπουργοποιείται παραιτείται του βουλευτικού αξιώματος και επανέρχεται σε αυτό όταν χάσει την υπουργική του ιδιότητα.
 
Κάποιοι θα πουν ότι σε μία τέτοια περίπτωση θα αναγκαστεί, ως υπουργός, να λειτουργήσει κάποιος με στόχο την επανεκλογή του.
 
Δεν θα διαφωνούσα αλλά θα παρατηρήσω ότι η αντικατάσταση του για όσο διάστημα είναι υπουργός από τον επιλαχόντα βουλευτή, θα δώσει τη δυνατότητα στους πολίτες να αξιολογήσουν τη δυνατότητα και την προσφορά του τελευταίου και παράλληλα να αξιολογούν και τη λειτουργία του υπουργού που παραιτήθηκε από βουλευτής προκειμένου να αναλάβει υπουργικά καθήκοντα.
 
Θα υπάρχει δηλαδή μία εξισορρόπηση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας και κυρίως μία εξισορρόπηση στο πεδίο της αξιολόγησης από τους πολίτες, κάτι που αναγκάζει όλους να υιοθετούν διαφορετικά πρότυπα συμπεριφοράς.
 
Κυρίες και Κύριοι,
 
Θα ήθελα να αναφερθώ και στα ζητήματα της αντιμετώπισης των πολιτικών από τη Δικαιοσύνη, που εγείρει ζητήματα που οδηγούν σε ισοπεδωτικές και απαξιωτικές αντιλήψεις για την πολιτική και τους πολιτικούς.
 
Κάποιος πρώην υπουργός, με κυνικό τρόπο είχε πει ”μαζί τα φάγαμε”.
 
Υπάρχουν άνθρωποι που δεν συμμετείχαν στο πάρτυ που είχε στηθεί, άνθρωποι που τέθηκαν στο περιθώριο από το σύστημα της διαπλοκής επειδή δεν δέχθηκαν να γίνουν συνομιλητές του και το διατυπώνω με ευγενικό τρόπο.
 
Έχει έρθει η ώρα η ίδια η πολιτική να προασπίσει την τιμή και την αξιοπιστία της.
 
Δημόσια έχω τοποθετηθεί υπέρ της αλλαγής του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Το υποστήριζα πριν εκλεγώ βουλευτής, την ίδια άποψη έχω και σήμερα.
 
Την έχω διατυπώσει μάλιστα και από το βήμα της Βουλής.
Ο νόμος, που ισχύει σήμερα, πρέπει να καταργηθεί μαζί με τις απαράδεκτες διατάξεις περί παραγραφής.
 
Ο πολιτικός πρέπει να έχει την ίδια αντιμετώπιση απέναντι στο νόμο με την αντιμετώπιση που έχει και ο απλός πολίτης σε ανάλογες περιπτώσεις.
 
Η Αθηναϊκή Δημοκρατία και το παράδειγμα του Περικλή που αναφέρει ο συγγραφέας στη σελίδα 59 του βιβλίου, αποτελεί υπόδειγμα συμπεριφοράς και λειτουργίας.
 
Η Δημοκρατία γεννήθηκε εδώ.
 
Και από εδώ πρέπει να σταλεί ένα μήνυμα ισονομίας.
Να σταματήσει η Βουλή να κρίνει και να αποφαίνεται για την παραπομπή ή όχι πολιτικών στη Δικαιοσύνη.
 
Με πολύ απλά λόγια, όταν οι δικαστικοί και η δικαιοσύνη κρίνουν τους πολίτες, δεν μπορεί τους πολιτικούς να τους κρίνουν πολιτικοί.
 
Δεν μπορεί ο πολιτικός να συμπεριφέρεται και να λειτουργεί ως φυσικός δικαστής, όπως δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο ο οποιοσδήποτε πολίτης.
 
Στη διάκριση των εξουσιών, συμπεριλαμβάνεται και η δικαστική εξουσία.
 
Είμαι πιο κοντά στην δεύτερη πρόταση που καταθέτει ο κ.Σούρλας στην σελίδα 61 του βιβλίου του, που προβλέπει την κρίση του πολιτικού, του οποίου διερευνώνται ευθύνες, από τριμελές γνωμοδοτικό συμβούλιο που εκλέγεται από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αυτό το συμβούλιο, στο οποίο συμμετέχουν λειτουργοί της Δικαιοσύνης, θα κρίνει τα πολιτικά πρόσωπα και όχι η Βουλή.
 
Εμείς οι ίδιοι πρέπει να περάσουμε αυτό το μήνυμα στην κοινωνία.
 
Είναι επίσης δεδομένη και η ανάγκη αλλαγής στο νομοθετικό πλαίσιο για το πόθεν έσχες.
 
Συμφωνώ απόλυτα με την πρόταση του κ.Σούρλα , που αποτυπώνεται στη σελ. 63, με την συγκρότηση μιας Ανεξάρτητης Αρχής που θα λειτουργεί ως Επιτροπή Ελέγχου και θα απαρτίζεται από τον Πρόεδρο και πέντε μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Σημασία έχει να γνωρίζει ο πολίτης με ποια περιουσιακά στοιχεία μπαίνεις στην πολιτική και πως τα απέκτησες και ποιες μεταβολές έχουν επέλθει.
 
Θεωρώ επίσης ότι πρέπει να αυστηροποιηθεί το κανονιστικό πλαίσιο, να υπάρχει έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμα σε περίπτωση επιβολής ποινής από τη Δικαιοσύνη για παράβαση του νόμου περί ”πόθεν έσχες”.
 
Θα μπορούσα να αναφερθώ και σε άλλα ζητήματα που εύστοχα θέτει ο κ.Σούρλας στο βιβλίο του και προδιαγράφουν τα χαρακτηριστικά ενός νέου πολιτικού συστήματος.
 
Να καταθέσω και δικές μου προτάσεις, όπως η ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου.
 
Σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για μεγάλες και βαθιές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα και στο συνταγματικό χάρτη.
 
Η συζήτηση που έχει ανοίξει, είναι γόνιμη, επιβεβλημένη.
 
Υπάρχει οργή και απογοήτευση στην κοινωνία, είναι ευδιάκριτη.
Αφορά όλους, μας αφορά όλους.
 
Η απαξίωση της πολιτικού συστήματος αφορά και επηρεάζει και την Αριστερά που δηλώνει ότι δεν άσκησε κυβερνητική εξουσία.
 
Λησμονεί ότι πολιτικό σύστημα δεν είναι μόνο η άσκηση κυβερνητικής εξουσίας. Ηγεμονία και εξουσία ασκεί κανείς διαμορφώνοντας κοινωνικές αντιλήψεις και πρότυπα συμπεριφοράς.
 
Και σε αυτό δεν είναι άμοιρη ευθυνών η Αριστερά, αντίθετα έχει σημαντική ευθύνη για νοοτροπίες που αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση.
 
Αυτό στο οποίο θέλω να καταλήξω είναι ότι ένα Νέο Πολιτικό Σύστημα, η μεταρρύθμιση και η ενίσχυση των θεσμών, η Συνταγματική μεταρρύθμιση δεν αποτελεί υπόθεση ενός κόμματος ή της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Είναι μια συλλογική εθνική ευθύνη.
 
Για να ξαναβρεί η πολιτική τον παιδευτικό της ρόλο.
Να δημιουργεί θετικά και όχι αρνητικά πρότυπα.
 
Κυρίες και κύριοι,
 
Είναι τιμή για τη Ρόδο η παρουσία του κ.Σούρλα σήμερα εδώ.
Είναι τιμή και για μένα να παρουσιάζω το βιβλίο ενός ανθρώπου που κόσμησε την πολιτική.
 
Με αρχές και αξίες.
 
Με συνεπή και αδιαπραγμάτευτη θέση απέναντι στη διαφθορά.
 
Με ουσιαστική συμβολή στην καταπολέμηση της διαφθοράς από τη θέση του Γενικού Γραμματέα Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων.
 
Ο διάλογος που έχει ανοίξει για τις αλλαγές στο πολιτικό μας σύστημα πρέπει να γίνει με τη συμμετοχή και των πολιτών.
Το θετικό είναι ότι έχει ανοίξει.
 
Σας ευχαριστώ.