Η υποστελέχωση του δημιουργεί προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία του.
 
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 23 υπάλληλοι μόνο και εκκρεμεί η συνταξιοδότηση δύο εξ αυτών μέχρι το τέλος του χρόνου.
 
Οι υπάρχοντες υπάλληλοι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον αυξανόμενο όγκο εργασίας, ενώ πρέπει να συνυπολογιστεί και η ιδιαιτερότητα των κτηματολογικών γραφείων Ρόδου και Κω που έχουν αυτόνομο κτηματολογικό κανονισμό, που υπερισχύει του αστικού κώδικα, αφού λόγω της Ιταλικής Κατοχής, οι περιοχές αυτές και τα Δωδεκάνησα εντάχθηκαν τελευταίες στον εθνικό κορμό.
 
Είναι χαρακτηριστικό ότι η υπηρεσία τα τρία τελευταία χρόνια έχει αποψιλωθεί και έχει στερηθεί τις υπηρεσίες 15 υπαλλήλων, διαθέτει δύο μόνο τοπογράφους μηχανικούς ενώ η Κτηματολόγιο Α.Ε που είχε αναλάβει το έργο της σάρωσης του αρχειακού υλικού, δεν το έχει ολοκληρώσει.
 
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορούν να καταγραφούν ονομαστικά ευρετήρια και ως εκ τούτου να μην μπορούν να διενεργήσουν κτηματολογικό έλεγχο οι δικηγόροι.
 
Παράλληλα, εκκρεμεί η έκδοση των Προεδρικών Διαταγμάτων που θα ρυθμίζουν θέματα όπως η αναγκαίες θέσεις προσωπικού, η λειτουργία, η οργάνωση και η στελέχωση των κτηματολογικών γραφείων. Ιδιαίτερα για τα κτηματολογικά γραφεία Ρόδου και Κω, θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι ιδιαιτερότητες που υπάρχουν από τον αυτόνομο κτηματολογικό κανονισμό, που διέπει τη λειτουργία τους, και να αντιμετωπιστούν με ιδιαίτερο τρόπο.
 
Σε κάθε, όμως, περίπτωση προέχει η ενίσχυση με το αναγκαίο προσωπικό του Κτηματολογίου Ρόδου.
 
Κατόπιν των ανωτέρω
Ερωτώνται οι κύριοι Υπουργοί
 
1. Εάν προτίθενται, να ενισχύσουν άμεσα με το αναγκαίο προσωπικό, το Κτηματολόγιο Ρόδου μέσα από τις μετατάξεις ή την κινητικότητα στο Δημόσιο.
 
2. Πότε και με ποιο τρόπο θα ολοκληρωθεί η σάρωση του αρχειακού υλικού, που είναι απαραίτητη για τη διενέργεια κτηματολογικών ελέγχων από δικηγόρους και αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Κτηματολόγιο Α.Ε.
 
3. Εάν στα υπό έκδοση Π.Δ. προτίθενται να συνυπολογίσουν την ιδιαιτερότητα του κτηματολογίου στα Δωδεκάνησα, που διέπεται από αυτόνομο κτηματολογικό κανονισμό, και να αντιμετωπιστεί η λειτουργία τους με βάση αυτές τις ιδιαιτερότητες σε ό, τι αφορά στη δομή, την οργάνωση και τη στελέχωση.