Ο κ. Κόνσολας επισημαίνει ότι μέχρι το 1998, η αλιεία και εμπορία τόνου στην Ελλάδα, συντελούσε αποφασιστικά στον τομέα της αύξησης των εξαγωγών, ιδιαίτερα προς την Ιαπωνία.
 
Μέχρι το 1998 η Ελλάδα ήταν η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη σε εξαγωγές τόνου και τα έσοδά της, μόνο για τις εξαγωγές προς την Ιαπωνία, ξεπερνούσαν τα 10 εκατομμύρια δολάρια, σε ετήσια βάση.
 
Το 1998, όμως, η Διεθνής Επιτροπή για τη διατήρηση του τόνου του Ατλαντικού, επέβαλε περιοριστικούς όρους στην αλιεία και εμπορία του τόνου στη Μεσόγειο, για τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
 
Στη διάσκεψη που συγκλήθηκε στο Βίγκο της Ισπανίας, και στην οποία η Ελλάδα δεν μετείχε, τέθηκε χαμηλό όριο ποσόστωσης για την αλιεία του τόνου στην Ελλάδα, μόλις 1.77%, την στιγμή που στις ελληνικές θάλασσες υπάρχουν μεγάλες ποσότητες τόνου, οι οποίες πλέον δεν μπορούν να αλιευθούν.
 
Πέρα από το πλήγμα που υπέστησαν οι ελληνικές εξαγωγές τόνου, συρρικνώθηκε και ο αριθμός των μικρών αλιευτικών σκαφών που ασχολούνταν με το συγκεκριμένο είδος αλιείας.
 
Ο κ. Κόνσολας ζητά, μαζί με τους άλλους βουλευτές, την ανάληψη πρωτοβουλιών από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για να αρθούν οι περιορισμοί στην αλιεία και εμπορία τόνου στην Ελλάδα, που επιβλήθηκαν αυθαίρετα και λανθασμένα.
 
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης, έχει ως εξής:
 
ΕΡΩΤΗΣΗ
 
ΠΡΟΣ: Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων  κ. Αθανάσιο Τσαυτάρη
 
ΘΕΜΑ: Αλιεία και εμπορία τόνου στην Ελλάδα
 
Κύριε Υπουργέ,
 
Ο τόνος είναι ένα είδος ψαριού που αλιεύεται σε όλο το πλανήτη και ιδιαίτερα στη Μεσόγειο. Μέχρι το 1974 ο τόνος δεν αλιευόταν στα Ελληνικά ύδατα, διότι δεν προτιμάτο από το ελληνικό καταναλωτικό κοινό. Από το 1974 και μετά ξεκίνησαν δειλά οι ελληνικές εξαγωγές τόνου, καθώς παρατηρήθηκε μεγάλο ενδιαφέρον από χώρες του εξωτερικού (κυρίως Ιαπωνία). 
 
Καθώς η Ιαπωνία αποτελεί χώρα εκτός ΕΕ, όλες οι εμπορευόμενες ποσότητες τόνου ελέγχονται από το τελωνείο. Όπως είναι λογικό, το τελωνείο, ως δημόσια υπηρεσία, διαθέτει όλα τα στοιχεία των διακινούμενων ποσοτήτων τόνου. Επιπλέον, είναι γνωστό πως όλες οι εξαγωγικές εταιρείες είναι υποχρεωμένες κατά το τέλος κάθε έτους να ενημερώνουν το Υπουργείο Γεωργίας για την εξαγωγική τους δραστηριότητα. Συνεπώς, η Διεύθυνση Αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας έχει πλήρη ενημέρωση για την πρόοδο και ανάπτυξη των Ελληνικών εξαγωγών τόνου. Τα συγκεκριμένα στοιχεία κατέτασσαν την Ελλάδα στη δεύτερη, μεγαλύτερη εξαγωγική χώρα της Ευρώπης σε τόνο μέχρι το 1998. Tα έσοδα της Ελλάδας από τις εξαγωγές τόνου στην Ιαπωνία το 1997 ξεπερνούσαν τα 10.000.000 $ (σύμφωνα με την Ιαπωνική στατιστική υπηρεσία).
 
Το Νοέμβριο του 1998 στο Vigo της Ισπανίας  η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση του Τόνου του Ατλαντικού (ICCAT) αποφάσισε να επιβάλει ποσοστώσεις στην αλιεία και εμπορία του τόνου για τα κράτη- μέλη της ΕΕ. Οι εν λόγω ποσοστώσεις αφορούσαν 26.000 τόνους αλιευμάτων στη Μεσόγειο. Στην συγκεκριμένη σύσκεψη της ICCAT η Ελλάδα δεν παρευρέθη ως χώρα παρόλο που προσκλήθηκε. ʼμεση συνέπεια της απουσίας της Ελλάδας από τη σύσκεψη ήταν η απόδοση του πενιχρού 1,77%, ενώ δικαιωματικά της ανήκε τουλάχιστον το 25% (σύμφωνα πάντα με τα επίσημα καταγεγραμμένα στοιχεία εξαγωγών). Ως αποτέλεσμα, οι ελληνικές θάλασσες διαθέτουν μεγάλες ποσότητες τόνου, οι οποίες δεν μπορούν να αλιευθούν. Ο αριθμός των ελληνικών μικροκάϊκων συρρικνώθηκε από 500 σε 20. Ενδεικτικά, παρατίθεται ο κάτωθι πίνακας με την πορεία των εξαγωγών τόνου στην Ιαπωνία κατά το διάστημα 1995-1999.
 
ΕΤΟΣ                 1995           1996          1997            1998          1999   
Ποσότητα (Kg)  388.352      396.056     508.781      293.989     245.730 
 
Πιστεύεται πως απεδόθη το συγκεκριμένο εξευτελιστικό ποσοστό στην Ελλάδα διότι δεν ήταν παρούσα στη σύσκεψη και, επίσης, αποτελούσε ισχυρό ανταγωνιστή των άλλων εξαγωγικών χωρών.
 
Εκτιμάται πως η οικονομική ζημία που υπέστη η χώρα μας με αυτή την απόφαση αγγίζει τα 25.000.000 $ το χρόνο βάσει στοιχείων της Ιαπωνίας.
 
ΕΡΩΤΑΤΑΙ ο κύριος Υπουργός:
 
Σε ποιές ενέργειες προτίθεται να προβεί το υπουργείο προκειμένου να δοθεί τέλος στην άνιση μεταχείριση των ελλήνων αλιέων τόνου εκ μέρους της  ICCAT και να αυξηθεί το ποσοστό.